Ιστορία της περιοχής των Γρεβενών
Η περιοχή που σήμερα οριοθετούμε ως νομό Γρεβενών, στα αρχαία χρόνια ήταν μοιρασμένη και ενώ το πεδινό τμήμα της αποτελούσε το δυτικό μέρος της μακεδονικής Ελιμείας, το ορεινό ανήκε στις πιο ανατολικές επικράτειες της Τυμφαίας, χώρας που απλωνόταν κυρίως μέσα στην Ήπειρο.Τα επιφανειακά ευρήματα, που έχουν εντοπιστεί από τις σποραδικές έρευνες κοντά ή μέσα στους σημερινούς οικισμούς, συνηγορούν για τη διαρκή παρουσία ενός οικιστικού ιστού που ανάγεται στα Παλαιολιθικά χρόνια. Η μετακίνηση των ορίων της περιοχής στο πέρασμα των αιώνων καθρεφτίζει το ευμετάβλητο των σχέσεων ανάμεσα στην Μακεδονία, την Ήπειρο και τη Θεσσαλία.
Στην αρχαιότητα οι θέσεις των οικισμών ήταν διάσπαρτες από το Βουρινό μέχρι τα βάθη των Χασίων και τους πρόποδες της Πίνδου. Πάνω σ' αυτόν τον οικιστικό καμβά, οι Μακεδόνες βασιλείς ίδρυσαν ή ενίσχυσαν ένα ιστό μικρών οχυρών (π.χ. Καστρί). Παρ' όλο που στην περίοδο της Ρωμαϊκής κατάκτησης η περιοχή παραμένει στον απόηχο των μεγάλων συρράξεων, τα οχυρά επισκευάζονται και επανδρώνονται για να φυλάξουν τα κρίσιμα περάσματα, ενώ στις πλαγιές του Λύγκου μαρτυρείται για ένα σύντομο χρονικό διάστημα εξόρυξη σιδηρομεταλλευμάτων.
Φαίνεται ότι στα Μεταρωμαϊκά και πρώτα Βυζαντινά χρόνια, με την ενοποίηση της αχανούς αυτοκρατορίας και την εξασφάλιση μιας σχετικής ηρεμίας, η περιοχή των Γρεβενών έχασε τον μεθοριακό χαρακτήρα της και μεταβλήθηκε σε μια απόμακρη γωνιά της ενδοχώρας. Ωστόσο, λίγους αιώνες αργότερα, η αναβίωση των παλαιών οχυρών θα κριθεί απαραίτητη, καθώς η ορεινή ζώνη δοκιμάζεται τον 6ο αιώνα από επιδρομές Σλάβων, που στις αρχές του 7ου αιώνα θα εγκατασταθούν μόνιμα πια στους πρόποδες των βουνών, προετοιμάζοντας το έδαφος για την πολυφύλεκτη της Βαλκανικής αλλά και την πολυπολιτισμική ωριμότητα των Μεταβυζαντινών χρόνων. Φαίνεται ότι η περιοχή παραμένει στα πρώτα Βυζαντινά χρόνια χωρίς πυρήνα και κανένας οικισμός με εξαίρεση το Σπήλαιο, δεν απέκτησε έργα οχύρωσης ή ύδρευσης, που χαρακτηρίζουν τα σημεία σημαντικών πλυθησμιακών συγκεντρώσεων και στρατηγικής σημασίας. Εξάλλου, όταν ο Ιουστινιανός εφήρμοσε το μεγάλο οικοδομικό - οχυρωματικό του πρόγραμμα, κανένα νέο αμυντικό έργο δεν κατασκευάστηκε στην περιοχή, παρά μόνο ίσως το κάστρο της Βουξαλίστας. Παράλληλα, το φτωχό αγροδασικό τοπίο των Γρεβενών δεν προσέλκυσε τους μεγάλους λαϊκούς ή εκκλησιαστικούς γαιοκτήμονες που είχαν ήδη επικεντρώσει το ενδιαφέρον τους στα πεδινά και πλούσια τμήματα της αυτοκρατορίας. Χωρίς τον καπνό, ωστόσο, που δεν είχε φτάσει τόσο δυτικά, και χωρίς την ελιά, που δεν ευδοκιμεί στο ηπειρωτικό βιόκλιμα, οι μικρές συνοικίσεις βρίσκονται στα πρόθυρα της λιμοκτονίας. Τον 14ο αιώνα, ακολουθώντας τη μοίρα της Μακεδονίας, τα ανατολικά της Πίνδου περιέχονται στον Τούρκο κατακτητή. Στην πρώτη διοικητική οργάνωση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, η περιοχή των Γρεβενών εντάσσεται στο πασαλίκι των Ιωαννίνων και γίνεται καζάς στον οποίο περιλαμβάνονται, εκτός των γρεβενιότικων χωριών, 23 χωριά της περιοχής Πενταλόφου, τα χωριά του οροπεδίου της Δεσκάτης καθώς και μερικά ακόμα χωριά της Ελασσόνας. Στο εσωτερικό της περιοχής, η ορεινή ζώνη γνώρισε νέο οικιστικό κύμα από τον 15ο αιώνα και μετά, καθώς οι πεδινοί πλυθυσμοί κατέφευγαν στις πλέον δυσπρόσιτες περιοχές αναζητώντας ασφάλεια και ελεύθερη γη. Ταυτόχρονα, οι νομαδικοί πληθυσμοί των Βλάχων της Πίνδου εγκατέστησαν συνοικήσεις στον Όλυμπο, τον Τίτρο και τα Πιέρια, δημιουργώντας δεσμούς που έμελλε να αποτελέσουν το υπόβαθρο μιας αλληλεγγύης που θα εκδηλωθεί στις εξεγέρσεις των επόμενων αιώνων.
Στα μέσα του 15ου αιώνα ιδρύθηκαν τα αρματολίκια των Γρεβενών και των Σερβίων. Παράλληλα, σποραδικά αλλά αδιάκοπα εμφανίζονται προσπάθειες που σκοπό έχουν την τόνωση του θρησκευτικού και εθνικού φρονήματος. Ο όσιος Νικάνωρ εγκαθίσταται σε παλιότερο ασκηταριό στις όχθες του Αλιάκμονα και προσπαθεί με τα κυρήγματά του να ανακόψει το ρεύμα του εξισλαμισμού. Η μονή που ιδρύει το 1543, παίρνει το όνομα του μικρού αγροτικού συνικοισμού της Ζάβορδας και σύντομα έγινε το κέντρο μιας μεγάλης περιοχής. Το μοναστήρι της Κοίμησης της Θεοτόκου στο Σπήλαιο, που θεμελιώθηκε το 1633, μαζί με τις εξαρτώμενες μονές του Αγίου Νικολάου Περιβολιού και του Αγίου Γεωργίου Μοναχιτίου, συγκρότησε μια μορφή συνδιαχείρησης της γεωργικής γης με τους κατοίκους των οικισμών του νότιου κλάδου το Βενέτικου.
Τον 18ο αιώνα τα Γρεβενά προσαρτήθηκαν στο σαντζάκι των Σερβίων, που ανήκε στο βιλαέτι Μοναστηρίου. Την περίοδο αυτήν ανθεί το εμπόριο και η οικονομία των Γρεβενών καθώς το γεφύρι του Πασά στον Αλιάκμονα βλέπει τα καραβάνια των Βλάχων εμπόρων και των Κουπατσαραίων αγωγιατών να πληθαίνουν, καθώς τα προϊόντα της Πίνδου έφτασαν μέχρι τις αγορές της ΑυστροΟυγγαρίας και της Ρωσίας. Η περιοχή των Γρεβενών συγκέντρωνε το ενδιαφέρον των ζωέμπορων και των τεχνιτών, που κατέφταναν όλο και περισσότερο στις τρεις μεγάλες εμποροπανήγυρεις, του Μαυρονόρους, το Κόντζα παζάς στο χωριό Κέντρο (Ventzi) και τη ζωοπανήγυρι του Αχίλλη στην πόλη των Γρεβενών. Στις εμποροπανύγηρεις αυτές γίνονταν όχι μόνο η ανταλλαγή των αγαθών (λάδι και αλάτι) με τα ποιμενικά προϊόντα, αλλά κυρίως η επαφή του κάμπου με το βουνό.
Μέσα στο πνεύμα του Διαφωτισμού, που έρχεται από την Ευρώπη και κάτω από το φως της μορφωτικής κινητοποίησης στις μεγάλες πόλεις, αρχίζει η εθνική αφύπνιση. Ο Κοσμάς ο Αιτωλός φτάνει τον 18ο αιώνα μέχρι τα βόρεια άκρη του Ελληνισμού, την Αχρίδα, και στην επιστροφή του κυρήσσει σε πολλά χωριά των Γρεβενών, παροτρύνοντας τους υπόδουλους του να ιδρύσουν σχολεία και εκκλησίες. Λίγο αργότερα οι καπετάνιοι των αρματολικίων προετιμάζονται για την εξέγερση των Ορλώφικων (1770), με την Γιαννούλη Ζιάκα στα Γρεβενά και την γεροΜπλαχάβα στα Χάσια να οργανώνουν ένοπλες ομάδες, Ο γιος του Ζιάκα, Θεόδωρος, διενεργεί στα μέσα του 19ου αιώνα επιθέσεις κατά των Τούρκων στο Καρπερό και στο Σπήλαιο. Η περιοχή παραμένει σε αναβρασμό που κορυφώνεται με την κύρηξη τον Φεβρουάριο του 1878 της προσωρινής κυβέρνησης της "Αυτόνομης Επαρχίας Ελιμείας" στην κορυφή του Βουρινού από λίγους ενόπλους.
Με το γύρισμα του αιώνα, οι ένοπλες ομάδες που είχαν οργανωθεί στον Όλυμπο και την Πίνδο εντείνουν τη δραστηριότητά τους. Στην πολιτική σκηνή εμφανίζεται ο Γρεβενιώτης Γεώργιος Μπούσιος, επιχειρηματίας και έμπορος, που διατέλεσε βουλευτής το 1908 στη βραχύβια Οθωμανική βουλή. Υπέρμαχος της ισότητας του ελληνικού με το τουρκικό στοιχείο, θα δει τις ελπίδες του να ναυαγούν στην ατμόσφαιρα φανατισμού της Νεοτουρκικής μεταρρύθμισης. Μετά το 1910, η προσπάθεια των Τούρκων να καταπνίξουν την εξέγερση κορυφώνεται με δολοφονίες υποστηρικτών της ένωσης με την Ελλάδα, ανάμεσα στους οποίους και του μητροπολίτη Γρεβενών Αιμιλιανού Λαζαρίδη. Η οριστική αναμέτρηση ξεσπά τελικά τον Οκτώβριο του 1912 με τον Α' Βαλκανικό πόλεμο και μερικές μέρες μετά τα ελληνικά στρατεύματα παραβιάζουν τα στενά του Σαρανταπόρου. Ακολουθεί η μάχη της Δεσκάτης και η απελευθέρωσή της στις 12 Οκτωβρίου, ενώ την επόμενη μέρα η Ελληνική σημαία κυματίζει στα Γρεβενά.
Στην πρώτη διοικητική συγκρότηση της Μακεδονίας η περιοχή των Γρεβενών προσαρτάται ως αποκεντρωμένο διοικητικό τμήμα στο νομό Κοζάνης. Την περίοδο αυτήν οριοθετούνται επίσημα οι κοινοτικές εκτάσεις των χωριών, περισσότερο σαν παμπάλαιες μοιρασιές παρά σαν κάποια ορθολογική διοικητική παρέμβαση. Αυτή η διαίρεση βασίζεται σε απλές οριοθετικές γραμμές, ρεματιές ή ράχες, στολισμένες με ξωκλήσια ή εικονοστάσια, που καταλήγουν σε ενιαίες, συμπαγείς γεωγραφικές ενότητες.
Στο Μεσοπόλεμο οι ορινοί οικισμοί γνωρίζουν μια σύντομη περίοδο ακμής, καθώς τα εμβάσματα των ξενιτεμένων στην Αμερική και την Αυστραλία επιτρέπουν την ανοικοδόμηση οικιών και την κατασκευή κοινωφελών έργων. Το 1940 τα βουνά της Πίνδου μετατρέπονται σε πεδίο μάχης. Στις ράχες της Βασιλίτσας, οι Έλληνες στρατιώτες υπεραμύνονται του στρατηγικού περάσματος της Πίνδου δίνοντας την μάχη της Αννίτσας. Μετά τη συνθηκολόγηση της Ελλάδας με τους Γερμανούς τα αντάρτικα σώματα δίνουν μάχες σε όλη την περιοχή Γρεβενών και Κοζάνης, με σημαντικότερο το κτύπημα στο Φαρδύκαμπο τον Μάριο του 1943 κατά της ιταλικής φάλαγγας.
Μέσα στον Β' παγκόσμιο πόλεμο τα χωριά της Πίνδου θα ζήσουν μια νέα αναλαμπή, καθώς οι εμπειρίες της ορεινής οικονομίας ξαναεμφανίζονται και εξασφαλίζουν την επιβίωση του αποκομμένου πληθυσμού.
Μετά τον πόλεμο όλη η ορεινή περιοχή και τα Βέντζια με τη Φιλούρια προσαρτώνται ως επαρχία Γρεβενών στο νομό Κοζάνης. Καμία αξιοσημείωτη εξέλιξη δεν θα συμβεί μέχρι το 1964, οπότε με ενέργειες του τότε υπουργού Κωνσταντίνου Ταλιαδούρη, η επαρχία Γρεβενών γίνεται ανεξάρτητος νομός.
Στην αρχαιότητα οι θέσεις των οικισμών ήταν διάσπαρτες από το Βουρινό μέχρι τα βάθη των Χασίων και τους πρόποδες της Πίνδου. Πάνω σ' αυτόν τον οικιστικό καμβά, οι Μακεδόνες βασιλείς ίδρυσαν ή ενίσχυσαν ένα ιστό μικρών οχυρών (π.χ. Καστρί). Παρ' όλο που στην περίοδο της Ρωμαϊκής κατάκτησης η περιοχή παραμένει στον απόηχο των μεγάλων συρράξεων, τα οχυρά επισκευάζονται και επανδρώνονται για να φυλάξουν τα κρίσιμα περάσματα, ενώ στις πλαγιές του Λύγκου μαρτυρείται για ένα σύντομο χρονικό διάστημα εξόρυξη σιδηρομεταλλευμάτων.
Φαίνεται ότι στα Μεταρωμαϊκά και πρώτα Βυζαντινά χρόνια, με την ενοποίηση της αχανούς αυτοκρατορίας και την εξασφάλιση μιας σχετικής ηρεμίας, η περιοχή των Γρεβενών έχασε τον μεθοριακό χαρακτήρα της και μεταβλήθηκε σε μια απόμακρη γωνιά της ενδοχώρας. Ωστόσο, λίγους αιώνες αργότερα, η αναβίωση των παλαιών οχυρών θα κριθεί απαραίτητη, καθώς η ορεινή ζώνη δοκιμάζεται τον 6ο αιώνα από επιδρομές Σλάβων, που στις αρχές του 7ου αιώνα θα εγκατασταθούν μόνιμα πια στους πρόποδες των βουνών, προετοιμάζοντας το έδαφος για την πολυφύλεκτη της Βαλκανικής αλλά και την πολυπολιτισμική ωριμότητα των Μεταβυζαντινών χρόνων. Φαίνεται ότι η περιοχή παραμένει στα πρώτα Βυζαντινά χρόνια χωρίς πυρήνα και κανένας οικισμός με εξαίρεση το Σπήλαιο, δεν απέκτησε έργα οχύρωσης ή ύδρευσης, που χαρακτηρίζουν τα σημεία σημαντικών πλυθησμιακών συγκεντρώσεων και στρατηγικής σημασίας. Εξάλλου, όταν ο Ιουστινιανός εφήρμοσε το μεγάλο οικοδομικό - οχυρωματικό του πρόγραμμα, κανένα νέο αμυντικό έργο δεν κατασκευάστηκε στην περιοχή, παρά μόνο ίσως το κάστρο της Βουξαλίστας. Παράλληλα, το φτωχό αγροδασικό τοπίο των Γρεβενών δεν προσέλκυσε τους μεγάλους λαϊκούς ή εκκλησιαστικούς γαιοκτήμονες που είχαν ήδη επικεντρώσει το ενδιαφέρον τους στα πεδινά και πλούσια τμήματα της αυτοκρατορίας. Χωρίς τον καπνό, ωστόσο, που δεν είχε φτάσει τόσο δυτικά, και χωρίς την ελιά, που δεν ευδοκιμεί στο ηπειρωτικό βιόκλιμα, οι μικρές συνοικίσεις βρίσκονται στα πρόθυρα της λιμοκτονίας. Τον 14ο αιώνα, ακολουθώντας τη μοίρα της Μακεδονίας, τα ανατολικά της Πίνδου περιέχονται στον Τούρκο κατακτητή. Στην πρώτη διοικητική οργάνωση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, η περιοχή των Γρεβενών εντάσσεται στο πασαλίκι των Ιωαννίνων και γίνεται καζάς στον οποίο περιλαμβάνονται, εκτός των γρεβενιότικων χωριών, 23 χωριά της περιοχής Πενταλόφου, τα χωριά του οροπεδίου της Δεσκάτης καθώς και μερικά ακόμα χωριά της Ελασσόνας. Στο εσωτερικό της περιοχής, η ορεινή ζώνη γνώρισε νέο οικιστικό κύμα από τον 15ο αιώνα και μετά, καθώς οι πεδινοί πλυθυσμοί κατέφευγαν στις πλέον δυσπρόσιτες περιοχές αναζητώντας ασφάλεια και ελεύθερη γη. Ταυτόχρονα, οι νομαδικοί πληθυσμοί των Βλάχων της Πίνδου εγκατέστησαν συνοικήσεις στον Όλυμπο, τον Τίτρο και τα Πιέρια, δημιουργώντας δεσμούς που έμελλε να αποτελέσουν το υπόβαθρο μιας αλληλεγγύης που θα εκδηλωθεί στις εξεγέρσεις των επόμενων αιώνων.
Στα μέσα του 15ου αιώνα ιδρύθηκαν τα αρματολίκια των Γρεβενών και των Σερβίων. Παράλληλα, σποραδικά αλλά αδιάκοπα εμφανίζονται προσπάθειες που σκοπό έχουν την τόνωση του θρησκευτικού και εθνικού φρονήματος. Ο όσιος Νικάνωρ εγκαθίσταται σε παλιότερο ασκηταριό στις όχθες του Αλιάκμονα και προσπαθεί με τα κυρήγματά του να ανακόψει το ρεύμα του εξισλαμισμού. Η μονή που ιδρύει το 1543, παίρνει το όνομα του μικρού αγροτικού συνικοισμού της Ζάβορδας και σύντομα έγινε το κέντρο μιας μεγάλης περιοχής. Το μοναστήρι της Κοίμησης της Θεοτόκου στο Σπήλαιο, που θεμελιώθηκε το 1633, μαζί με τις εξαρτώμενες μονές του Αγίου Νικολάου Περιβολιού και του Αγίου Γεωργίου Μοναχιτίου, συγκρότησε μια μορφή συνδιαχείρησης της γεωργικής γης με τους κατοίκους των οικισμών του νότιου κλάδου το Βενέτικου.
Τον 18ο αιώνα τα Γρεβενά προσαρτήθηκαν στο σαντζάκι των Σερβίων, που ανήκε στο βιλαέτι Μοναστηρίου. Την περίοδο αυτήν ανθεί το εμπόριο και η οικονομία των Γρεβενών καθώς το γεφύρι του Πασά στον Αλιάκμονα βλέπει τα καραβάνια των Βλάχων εμπόρων και των Κουπατσαραίων αγωγιατών να πληθαίνουν, καθώς τα προϊόντα της Πίνδου έφτασαν μέχρι τις αγορές της ΑυστροΟυγγαρίας και της Ρωσίας. Η περιοχή των Γρεβενών συγκέντρωνε το ενδιαφέρον των ζωέμπορων και των τεχνιτών, που κατέφταναν όλο και περισσότερο στις τρεις μεγάλες εμποροπανήγυρεις, του Μαυρονόρους, το Κόντζα παζάς στο χωριό Κέντρο (Ventzi) και τη ζωοπανήγυρι του Αχίλλη στην πόλη των Γρεβενών. Στις εμποροπανύγηρεις αυτές γίνονταν όχι μόνο η ανταλλαγή των αγαθών (λάδι και αλάτι) με τα ποιμενικά προϊόντα, αλλά κυρίως η επαφή του κάμπου με το βουνό.
Μέσα στο πνεύμα του Διαφωτισμού, που έρχεται από την Ευρώπη και κάτω από το φως της μορφωτικής κινητοποίησης στις μεγάλες πόλεις, αρχίζει η εθνική αφύπνιση. Ο Κοσμάς ο Αιτωλός φτάνει τον 18ο αιώνα μέχρι τα βόρεια άκρη του Ελληνισμού, την Αχρίδα, και στην επιστροφή του κυρήσσει σε πολλά χωριά των Γρεβενών, παροτρύνοντας τους υπόδουλους του να ιδρύσουν σχολεία και εκκλησίες. Λίγο αργότερα οι καπετάνιοι των αρματολικίων προετιμάζονται για την εξέγερση των Ορλώφικων (1770), με την Γιαννούλη Ζιάκα στα Γρεβενά και την γεροΜπλαχάβα στα Χάσια να οργανώνουν ένοπλες ομάδες, Ο γιος του Ζιάκα, Θεόδωρος, διενεργεί στα μέσα του 19ου αιώνα επιθέσεις κατά των Τούρκων στο Καρπερό και στο Σπήλαιο. Η περιοχή παραμένει σε αναβρασμό που κορυφώνεται με την κύρηξη τον Φεβρουάριο του 1878 της προσωρινής κυβέρνησης της "Αυτόνομης Επαρχίας Ελιμείας" στην κορυφή του Βουρινού από λίγους ενόπλους.
Με το γύρισμα του αιώνα, οι ένοπλες ομάδες που είχαν οργανωθεί στον Όλυμπο και την Πίνδο εντείνουν τη δραστηριότητά τους. Στην πολιτική σκηνή εμφανίζεται ο Γρεβενιώτης Γεώργιος Μπούσιος, επιχειρηματίας και έμπορος, που διατέλεσε βουλευτής το 1908 στη βραχύβια Οθωμανική βουλή. Υπέρμαχος της ισότητας του ελληνικού με το τουρκικό στοιχείο, θα δει τις ελπίδες του να ναυαγούν στην ατμόσφαιρα φανατισμού της Νεοτουρκικής μεταρρύθμισης. Μετά το 1910, η προσπάθεια των Τούρκων να καταπνίξουν την εξέγερση κορυφώνεται με δολοφονίες υποστηρικτών της ένωσης με την Ελλάδα, ανάμεσα στους οποίους και του μητροπολίτη Γρεβενών Αιμιλιανού Λαζαρίδη. Η οριστική αναμέτρηση ξεσπά τελικά τον Οκτώβριο του 1912 με τον Α' Βαλκανικό πόλεμο και μερικές μέρες μετά τα ελληνικά στρατεύματα παραβιάζουν τα στενά του Σαρανταπόρου. Ακολουθεί η μάχη της Δεσκάτης και η απελευθέρωσή της στις 12 Οκτωβρίου, ενώ την επόμενη μέρα η Ελληνική σημαία κυματίζει στα Γρεβενά.
Στην πρώτη διοικητική συγκρότηση της Μακεδονίας η περιοχή των Γρεβενών προσαρτάται ως αποκεντρωμένο διοικητικό τμήμα στο νομό Κοζάνης. Την περίοδο αυτήν οριοθετούνται επίσημα οι κοινοτικές εκτάσεις των χωριών, περισσότερο σαν παμπάλαιες μοιρασιές παρά σαν κάποια ορθολογική διοικητική παρέμβαση. Αυτή η διαίρεση βασίζεται σε απλές οριοθετικές γραμμές, ρεματιές ή ράχες, στολισμένες με ξωκλήσια ή εικονοστάσια, που καταλήγουν σε ενιαίες, συμπαγείς γεωγραφικές ενότητες.
Στο Μεσοπόλεμο οι ορινοί οικισμοί γνωρίζουν μια σύντομη περίοδο ακμής, καθώς τα εμβάσματα των ξενιτεμένων στην Αμερική και την Αυστραλία επιτρέπουν την ανοικοδόμηση οικιών και την κατασκευή κοινωφελών έργων. Το 1940 τα βουνά της Πίνδου μετατρέπονται σε πεδίο μάχης. Στις ράχες της Βασιλίτσας, οι Έλληνες στρατιώτες υπεραμύνονται του στρατηγικού περάσματος της Πίνδου δίνοντας την μάχη της Αννίτσας. Μετά τη συνθηκολόγηση της Ελλάδας με τους Γερμανούς τα αντάρτικα σώματα δίνουν μάχες σε όλη την περιοχή Γρεβενών και Κοζάνης, με σημαντικότερο το κτύπημα στο Φαρδύκαμπο τον Μάριο του 1943 κατά της ιταλικής φάλαγγας.
Μέσα στον Β' παγκόσμιο πόλεμο τα χωριά της Πίνδου θα ζήσουν μια νέα αναλαμπή, καθώς οι εμπειρίες της ορεινής οικονομίας ξαναεμφανίζονται και εξασφαλίζουν την επιβίωση του αποκομμένου πληθυσμού.
Μετά τον πόλεμο όλη η ορεινή περιοχή και τα Βέντζια με τη Φιλούρια προσαρτώνται ως επαρχία Γρεβενών στο νομό Κοζάνης. Καμία αξιοσημείωτη εξέλιξη δεν θα συμβεί μέχρι το 1964, οπότε με ενέργειες του τότε υπουργού Κωνσταντίνου Ταλιαδούρη, η επαρχία Γρεβενών γίνεται ανεξάρτητος νομός.
*Τα ιστορικά στοιχεία αντλήθηκαν απο το βιβλίο του κ. Απόστολου Ι. Παπαδημητρίου
Παλαιοντολογικό Μουσείο Μηλιάς |
Χιονοδρομικό Βασιλίτσας |
|